σκληρῶν

σκληρῶν
σκληρός
hard
fem gen pl
σκληρός
hard
masc/neut gen pl
σκληρόω
harden
pres part act masc voc sg (doric aeolic)
σκληρόω
harden
pres part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic)
σκληρόω
harden
pres part act masc nom sg
σκληρόω
harden
pres inf act (doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αεροτρύπανο — Εργαλειομηχανή που χρησιμοποιείται για να ανοίγει τρύπες κάθε διαμετρήματος με τη βοήθεια πεπιεσμένου αέρα που παρέχεται από αεροσυμπιεστή. Οι εφαρμογές του είναι ποικίλες και σε όλους τους τομείς: την οδοποιία, την υδραυλική, τη μεταλλευτική και …   Dictionary of Greek

  • σμυριδοτροχός — Εργαλείο κατεργασίας μετάλλων, ξύλων, μάρμαρων, πολύτιμων λίθων, κλπ. για τον τεμαχισμό, άλεσμα, λείανση και ακόνισμά τους. Ο συνηθισμένος τύπος του είναι ένας δίσκος κυλινδρικού ή κωνικού σχήματος, κατασκευασμένος από κόκκους πολύ σκληρών υλικών …   Dictionary of Greek

  • ψαλίδα — Έντομο της οικογένειας των φορφικουλιδών της τάξης των δερματόπτερων, γνωστό επιστημονικά ως φορφικούλη η ωτική. Πρόκειται για αρπακτικό έντομο, που γεννά τα αβγά του στο έδαφος και τα προσέχει ώσπου να εκκολαφθούν. * * * η / ψαλίς, ίδος, ΝΜΑ,… …   Dictionary of Greek

  • Αιγαίο πέλαγος — Θαλάσσια λεκάνη (250.000 τ. χλμ.) της ανατολικής Μεσογείου μεταξύ της ηπειρωτικής Ελλάδας στα Δ και στα Β, της Τουρκίας στα Α και των νησιών Κρήτη και Ρόδος στα Ν. Με κατεύθυνση από ΒΔ προς ΝΑ έχει μήκος περίπου 640 χλμ. και πλάτος 320 χλμ., μέσα …   Dictionary of Greek

  • Λιβύη — I Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε με ξίφος. Η μνήμη της τιμάται στις 25 Ιουνίου. II Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν κόρη του Έπαφου, βασιλιά της Αιγύπτου. Έπειτα από δεσμό της με τον Ποσειδώνα απέκτησε τον Λέλεγα,… …   Dictionary of Greek

  • Angelos Terzakis — ( el. Άγγελος Τερζάκης) (1907 in Nafplion – 3 August, 1979 in Athens) was a Greek writer of the 30s generation . He composed short stories, novels and plays.LifeHe was born in Nafplion in 1907 and lived there until 1915 when he moved to Athens,… …   Wikipedia

  • Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… …   Dictionary of Greek

  • έρυξ — Αρχαίος οικισμός στο ομώνυμο βουνό της δυτικής Σικελίας. Κατά τη μυθολογία, στο βουνό αυτό ιδρύθηκε αρχικά ένα ιερό προς τιμήν της Αφροδίτης Αστάρτης, το οποίο, όπως πίστευαν, θεμελίωσε ο Έρυξ ή ο Αινείας, γιοι και οι δύο της Αφροδίτης. Αργότερα …   Dictionary of Greek

  • αλέξανδρος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Άλλο όνομα του Πάρη που του δόθηκε επειδή, όταν ήταν μικρός, βοήθησε στη διάσωση των κοπαδιών από επιδρομή ληστών «αλεξήσας ποίμνια», παρέχοντας δηλαδή σε αυτά προστασία. 2. Γιος του Ευρυσθέα, που σκοτώθηκε στον… …   Dictionary of Greek

  • αλεύρι — Με τον όρο α. εννοούμε συνήθως το προϊόν που προκύπτει από το άλεσμα των σπόρων του σταριού (τρίτικονσίτος ο κοινός). Στην πραγματικότητα όμως, εκτός από το σιτάρι, όλοι οι καρποί των αγρωστωδών αποτελούν μετά την άλεσή τους αλεύρι (π.χ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”